Κανονισμοί Εσωτερικής Υπηρεσίας-Τροποποιήσεις-Ενημέρωση

Αριθμ. αποφ. 10/2012 (ΦΕΚ Β'2451/06/09/2012)

Συμπλήρωση - τροποποίηση των Κανονισμών Εσωτερικής Υπηρεσίας των Διοικητικών Εφετείων Αθηνών, Κομοτηνής και του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά.

                                                 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ 

                                                  ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

  Σήμερα στις 11 Ιουνίου 2012, ημέρα Δευτέρα και ώρα 17.00 συνήλθε στο κατάστημα του 

Συμβουλίου της Επικρατείας και στην αίθουσα διασκέψεων της Ολομελείας αποτελούμενο από τα μέλη του: Κ. Μενουδάκο, Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Πρόεδρο, κωλυομένου του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, Ν. Σακελλαρίου, Δ. Πετρούλια, Αθ. Ράντο, Α. Θεοφιλοπούλου, Α. Γκότση, Ε. Σαρπ, Αντιπροέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας και τους Συμβούλους Χρ. Ράμμο, Ν. Μαρκουλάκη, Δ. Μαρινάκη, Μ. Καραμανώφ, Μ. Βηλαρά, Ι. Μαντζουράνη, Αικ. Σακελλαροπούλου, Αικ. Χριστοφορίδου, Μ.-Ε. Κωνσταντινίδου, Α.-Γ. Βώρο, Γ. Ποταμιά, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Ε. Αντωνόπουλο, Σ. Μαρκάτη, Α. Ντέμσια, Φ. Ντζίμα, Σ. Χρυσικοπούλου, Η. Τσακόπουλο, Β. Καλαντζή, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινο, Δ. Κυριλλοπουλο, Α. Καλογεροπούλου, Ε. Κουσιουρή, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Κουσούλη, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνη, Κ. Πισπιρίγκο, Α. Χλαμπέα, Δ. Μακρή, Μ. Πικραμένο και Β. Αναγνωστοπούλου-Σαρρή. Τα λοιπά μέλη, αν και προσκλήθηκαν, δεν εμφανίσθηκαν, γιατί είχαν κώλυμα. Παρέστη επίσης η Γραμματέας Μ. Παπασαράντη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Θέμα της συζήτησης, σύμφωνα με την πρόσκληση του Προέδρου, ήταν η έγκριση των αποφάσεων με αριθμούς: 1/2012 της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, 2/2012 και 3/2011 της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, 6/2011 της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής και 1/2012 της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά.

  Το Συμβούλιο άκουσε τον Εισηγητή της υποθέσεως Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Αθ. Ράντο.

  Επηκολούθησε συζήτηση επί των ανωτέρω θεμάτων.

  Σκέφθηκε κατά το Νόμο

Αρθρο ΜΟΝΟ

  1. Επειδή, κατά το στοιχ. Α` παρ. 1 του άρθρου 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.ΟΔ.Κ.Δ.Λ.) , που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (Α` 35) , όπως ισχύει, «... κάθε δικαστήριο ή εισαγγελία ... καταρτίζουν κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας, ο οποίος συμπληρώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, όταν επιβάλλεται από υπηρεσιακές ανάγκες», ενώ, κατά την παρ. 7 του στοιχ. Α του αυτού άρθρου, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 του ν. 4055/2012 (Α` 51), «7. Οι κανονισμοί και οι τροποποιήσεις τους υποβάλλονται αμέσως στις οικείες ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων, οι οποίες έχουν δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης αυτών, ως προς όλα τα σημεία και ειδικότερα ως προς τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων που προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο. Οι κανονισμοί ισχύουν μόνο μετά την τελική έγκριση τους από τις ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων και αφού διαβιβαστούν στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.». Με τα έγγραφα α) 5828/6-4-2012 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, β) 501/25-4-2012 του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, γ) 1292/18-5-2012 του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής και δ) ΓΠ 6942/2012/23-5-2012 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά υπεβλήθησαν αντιστοίχως στο Συμβούλιο της Επικρατείας προς έγκριση, δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, οι αποφάσεις α) 1/2012 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, β) 2/2012 και 3/2011 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, γ) 6/2011 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής και δ) 1/2012 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά, με τις οποίες επιχειρείται η τροποποίηση των κανονισμών εσωτερικής υπηρεσίας των εν λόγω Δικαστηρίων/Ηδη, κατόπιν της από 1-6-2012 προσκλήσεως του Αναπληρωτή Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, εισάγονται προς έγκριση από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας οι τροποποιήσεις αυτές.

  2. Επειδή, κατά τις διατάξεις που μνημονεύθηκαν στην προηγουμένη σκέψη, δεν είναι υποχρεωτική η συμμετοχή του Γενικού Επιτρόπου Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων στην συνεδρίαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας σε συμβούλιο, όταν αυτή επιλαμβάνεται της εγκρίσεως, κατά τις εν λόγω διατάξεις, κανονισμών εσωτερικής υπηρεσίας διοικητικών δικαστηρίων. Νομίμως, συνεπώς, εν προκειμένω επιλαμβάνεται του ζητήματος ο παρών σχηματισμός, παρά την μη κλήση του Γενικού Επιτρόπου. Μειοψήφησαν ο Αντιπρόεδρος Ν. Σακελλαρίου και οι Σύμβουλοι Β. Αραβαντινός και Κ. Κουσούλης, οι οποίοι διατύπωσαν τη γνώμη ότι, λόγω της φύσεως του προκειμένου ζητήματος, που κατ` εξοχήν συναρτάται με την οργάνωση και τη λειτουργία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, έπρεπε να κληθεί στη συνεδρίαση ο Γενικός Επίτροπος, προκειμένου να ενημερώσει την Ολομέλεια επί των τιθεμένων ζητημάτων αρμοδιότητος του.

  3. Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων, που μνημονεύθηκαν στην σκέψη 1, όπως συνάγεται και από την εισηγητική τους έκθεση, κατά την οποία η έγκριση των κανονισμών εσωτερικής υπηρεσίας των δικαστηρίων από τις οικείες ολομέλειες των ανωτάτων δικαστηρίων θεσπίζεται προκειμένου «να μπορεί η ολομέλεια του ανώτατου δικαστηρίου να ελέγξει κατά πόσο ο οριζόμενος με τον κανονισμό αριθμός δικασίμων και των υποθέσεων που προσδιορίζεται σε κάθε δικάσιμο είναι αυτός που αρμόζει για το δικαστήριο για το οποίο πρόκειται», η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο, ελέγχοντας υποβαλλόμενο προς έγκριση κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας τακτικού διοικητικού δικαστηρίου, έχει την αρμοδιότητα, χωρίς να υποκαθίσταται στην κρίση των δικαστών της ολομέλειας του οικείου δικαστηρίου, να ελέγχει κατά πόσο συγκεκριμένες ρυθμίσεις του κανονισμού, και ιδίως αυτές που συνάπτονται με το σκοπό της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του δικαστηρίου από πλευράς ταχείας διεκπεραιώσεως των εισαγόμενων σ` αυτό υποθέσεων, εξυπηρετούν τον εν λόγω σκοπό. Και ναι μεν, σε περίπτωση τροποποιήσεως υφισταμένου ήδη κανονισμού, ο σχετικός έλεγχος περιορίζεται, κατ` αρχήν, μόνον στις υποβαλλόμενες προς έγκριση τροποποιητικές ρυθμίσεις, δεν αποκλείεται, όμως, στο πλαίσιο εξετάσεως της συμβατότητας των ρυθμίσεων αυτών προς τον ανωτέρω σκοπό, εν όψει και της αλληλεξάρτησης όλων των συναφών ρυθμίσεων ενός κανονισμού, να διατυπώνονται από την Ολομέλεια παρατηρήσεις και για τις λοιπές αυτές συναφείς διατάξεις.

  4. Επειδή, όπως συνάγεται από τους ετησίως υποβαλλόμενους στο Υπουργείο Δικαιοσύνης «πίνακες κίνησης υποθέσεων στα Διοικητικά Δικαστήρια», ο αριθμός των εκκρεμών στα δικαστήρια αυτά υποθέσεων, αυξανόμενος, κατά κανόνα, με ταχείς ρυθμούς, έχει υπερβεί τα ανεκτά όρια αναμονής για την εκδίκαση τους. Ήδη, κατά τα αυτά στοιχεία, η μέση ετήσια καθυστέρηση εκδικάσεως των υποθέσεων ανερχόταν, την 31-12-2011, σε 31/2 περίπου έτη για τα διοικητικά εφετεία και σε 5 και πλέον έτη για τα διοικητικά πρωτοδικεία. Για τον λόγο, άλλωστε, αυτό ο νομοθέτης έχει επιχειρήσει τα τελευταία έτη τη θέσπιση αλλεπαλλήλων ρυθμίσεων (νόμοι 3659/2008, 3772/2009, 3900/2010, 4055/2012), προτεινόμενων, μάλιστα, εν πολλοίς, από τα οικεία ανώτατα δικαστήρια, για την αντιμετώπιση της καταστάσεως αυτής. Συνεπώς, και μέχρι, τουλάχιστον, την, εν μέρει έστω, εκκαθάριση της καταστάσεως αυτής, δεν είναι επιτρεπτή η τροποποίηση θεσπισμένων ήδη κανονισμών δικαστηρίων, με την εισαγωγή ρυθμίσεων, που οδηγούν, αμέσως ή εμμέσως, σε επιβράδυνση του ρυθμού εκδικάσεως των υποθέσεων. Κατ` ακολουθίαν, δεν πρέπει να εισάγονται ρυθμίσεις με αντικείμενο την μείωση του αριθμού δικασίμων ή του αριθμού των υποθέσεων οι οποίες προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο καθώς και εκείνων, τις οποίες χρεώνεται κάθε δικαστής. Αντιθέτως, ενδείκνυται, έστω και προσωρινά, μέχρι τον ουσιώδη περιορισμό της εκκρεμότητας κάθε δικαστηρίου, η αύξηση των ανωτέρω αριθμών. Επίσης, πρέπει να επανεξετασθεί από τα αρμόδια όργανα κάθε δικαστηρίου η ύπαρξη, στους ήδη εγκεκριμένους κανονισμούς, ρυθμίσεων που αντιστρατεύονται τους ανωτέρω σκοπούς. Περαιτέρω, κατά τη γνώμη του Συμβούλου Κ. Κουσούλη για την αποτελεσματικότερη λειτουργία των διοικητικών δικαστηρίων ο καθορισμός ελαχίστου ορίου ατομικής απόδοσης των δικαστικών λειτουργών ενδείκνυται να εκφράζεται με τη θέσπιση ορίου, το οποίο θα έχει ως βάση τη στάθμιση της δυσκολίας των υποθέσεων που τους ανατίθενται, και όχι με τη θέσπιση απλού αριθμητικού ορίου. Ειδικότερα ενδείκνυται η θέσπιση, με του οικείους κανονισμούς συστήματος, σύμφωνα με το οποίο ο πρόεδρος που διενεργεί τη χρέωση των υποθέσεων θα τις χαρακτηρίζει ανάλογα με το βαθμό δυσκολίας τους με βάση ορισμένη κλίμακα (όπως, 1-5). Η τελική εκτίμηση του συντελεστή δυσκολίας μπορεί να ορίζεται ότι γίνεται μετά την ολοκλήρωση της διασκέψεως. Σύμφωνα με τα παραπάνω, το ελάχιστο όριο απόδοσης κάθε δικαστικού λειτουργού θα ορίζεται ως συγκεκριμένο άθροισμα μονάδων σταθμισμένης δυσκολίας των υποθέσεων που δίκασε και όχι ως ένα απλό άθροισμα τους, ανεξάρτητα από το βαθμό δυσκολίας τους. Συμπληρωματικά ενδείκνυται στους κανονισμούς λειτουργίας να θεσπίζονται ως κριτήρια προτάξεως εκδικάσεως των υποθέσεων κατά 

πρώτο η παλαιότητα, με βάση το χρόνο κατάθεσης, και κατά δεύτερο ο χαρακτήρας τους ως 

επειγουσών ή μη.

  5. Επειδή, εν όψει των ανωτέρω εκτεθέντων, η Ολομέλεια άγεται στις εξής κρίσεις ως προς τις υποβληθείσες προς έγκριση ρυθμίσεις :

  Ι) Απόφαση 1/2012 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

  Με την απόφαση αυτή εισάγεται τροποποίηση του ισχύοντος κανονισμού ως προς την ώρα 

συνεδριάσεως των τμημάτων του δικαστηρίου, εν όψει της λειτουργίας μονομελών τμημάτων. Η ρύθμιση αυτή δεν προκαλεί παρατηρήσεις και πρέπει να εγκριθεί. Επισημαίνεται, όμως, ότι, αντιθέτως, προκαλούν παρατηρήσεις πολλές συναφείς ρυθμίσεις του κανονισμού, οι οποίες ανάγονται στον αριθμό των υποθέσεων που προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο και χρεώνονται σε κάθε δικαστή. Ενώ, δηλαδή, κατά το βασικό σύστημα του κανονισμού, ο προσδιορισμός των υποθέσεων ανά δικάσιμο οργανώνεται κατά τρόπο ώστε, με την ομαλή εφαρμογή του κανονισμού, κάθε δικαστής να χρεώνεται, κατά μέσο όρο, 120 υποθέσεις κατ` έτος, άλλες επί μέρους διατάξεις του κανονισμού παρεμποδίζουν την επίτευξη του στόχου αυτού. Πρέπει, συνεπώς, με την κατάργηση ή την αναδιατύπωση των ειδικών αυτών διατάξεων, να ορισθεί ότι εφεξής ο προσδιορισμός των υποθέσεων ανά δικάσιμο και η συνακόλουθη χρέωση των δικαστών θα γίνεται κατά τρόπο ώστε η ανά δικαστή ετήσια χρέωση να μην είναι κατώτερη από τις 120 υποθέσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι αποφάσεις επί αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων, όχι, όμως, οι αποφάσεις αναστολών ή σε διαδικασία σε Συμβούλιο. Τέτοιες ειδικότερες διατάξεις είναι, μεταξύ άλλων, α) του άρθρου 3 παρ. 2 περ. στ του κανονισμού (περιπτώσεις αναβολής λόγων αποχής ή απεργίας, κατά τις οποίες οι πρωτοείσακτες υποθέσεις εξακολουθούν να θεωρούνται πρωτοείσακτες με συνέπεια να μειώνεται αδικαιολογήτως η χρέωση των δικαστών, β) της περ. ζ της αυτής παραγράφου (περίπτωση ασθενείας, που άγει, αντί αναδιανομής, σε μετακύλιση της εκκρεμότητος), γ) των περ. α και β της παρ. 3 του αυτού άρθρου 3 (διαγραπτέες, εφόσον έχει παρέλθει ήδη μεγάλο διάστημα από τη μεταφορά στα διοικητικά εφετεία των σχετικών υποθέσεων και δεν συντρέχει πλέον ο λόγος μειωμένων χρεώσεων για τις υποθέσεις αυτές), δ) του πρώτου εδαφίου της περ. γ της αυτής παραγράφου, που πρέπει να επεκταθεί και στις διαφορές ουσίας, καθώς και στις υποθέσεις που θέτουν ζήτημα, το οποίο έχει ήδη επιλυθεί, ε) του δευτέρου εδαφίου της αυτής περιπτώσεως (περίπτωση ομοίων υποθέσεων), που πρέπει να διαγραφεί διότι δημιουργεί ερμηνευτικά προβλήματα, ενώ το ζήτημα ρυθμίζεται με επάρκεια από την επόμενη περ. δ και στ) της περ. ε της αυτής παραγράφου (καθ` υπέρβαση προσδιοριζόμενες υποθέσεις), που πρέπει είτε να διαγραφεί είτε να συμπληρωθεί με την προσθήκη ρήτρας, κατά την οποία οι αναβαλλόμενες αυτές υποθέσεις λογίζονται ως πρωτοείσακτες μόνον υπό την προϋπόθεση ότι ο δικαστής έχει ήδη διεκπεραιώσει τουλάχιστον 120 υποθέσεις. Επίσης, πρέπει να επανεξετασθεί το σύστημα κατανομής των αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων κατά το χρονικό διάστημα λειτουργίας των Τμημάτων Διακοπών.

   II) Αποφάσεις 2/2012 και 3/2011 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων.

  Ο υφιστάμενος κανονισμός του Δικαστηρίου προβλέπει (άρθρο 3), ότι σε κάθε δικαστή 

ανατίθενται 10-17 υποθέσεις κατά μήνα, αριθμός που δύναται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αυξάνεται κατά ποσοστό έως και 20%. Με την υπ` αριθ. 3/2011 απόφαση της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων εισήχθη ρύθμιση, κατά την οποία δεν μπορεί να ανατίθενται κατά μήνα σε κάθε δικαστή περισσότερες από 12 υποθέσεις, στις οποίες, μάλιστα, περιλαμβάνονται και υποθέσεις μονομελούς συνθέσεως. Με το 26541/ 22-3-2012 έγγραφο του προς την ως άνω Ολομέλεια, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, επικαλούμενος την προ μνημονευθείσα παρ. 7 του άρθρου 17 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ., παρέπεμψε την εν λόγω απόφαση στο όργανο αυτό «προς ακύρωση ή μη», επισημαίνοντας ότι με αυτήν δεν επιτυγχάνεται η μείωση της εκκρεμότητας και γενικότερα η επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης. Η ως άνω Ολομέλεια, με την 2/2012 απόφαση της, ενέμεινε στη νέα ρύθμιση, με την αιτιολογία, μεταξύ άλλων, ότι «...οι υποθέσεις [του Δικαστηρίου] είναι όλων των αντικειμένων, δεν υπάρχει δυνατότητα εξειδίκευσης, απαιτείται μεγάλη προσπάθεια διαρκούς και πλήρους, κατά το δυνατόν, ενημέρωσης. Τέλος δεν πρέπει να παραβλέπεται και το γεγονός ότι, κατά κανόνα, όλοι οι δικαστές είναι νεοπροαχθέντες στους αντίστοιχους βαθμούς χωρίς ανάλογη εμπειρία». Εν όψει, όμως, των στοιχείων που προκύπτουν από τους ετησίως υποβαλλόμενους στο Υπουργείο Δικαιοσύνης «πίνακες κίνησης υποθέσεων στα Διοικητικά Δικαστήρια», ότι δηλαδή το εν λόγω Διοικητικό Εφετείο παρουσιάζει, σε σύγκριση με τα ανάλογης δυναμικότητας δικαστήρια, τον μικρότερο αριθμό διεκπεραιούμενων υποθέσεων στην Ελλάδα (το 2011 συζητήθηκαν, από το δικαστήριο αυτό, δυναμικότητος 5 εφετών, 357 υποθέσεις, δηλαδή 70 περίπου υποθέσεις ανά δικαστή, που μετέχει σε μία δικάσιμο κατά μήνα) , καθώς και των εκτεθέντων στη σκέψη 3, η Ολομέλεια κρίνει ότι η ρύθμιση αυτή, για την οποία παρατίθεται αιτιολόγηση εντελώς γενική και ανεπαρκής, δεν πρέπει να εγκριθεί. Αντιθέτως, ενδείκνυται η τροποποίηση του υφισταμένου κανονισμού, με την εισαγωγή ρυθμίσεων που να διασφαλίζουν ότι εφεξής ο προσδιορισμός των υποθέσεων ανά δικάσιμο και η συνακόλουθη χρέωση των δικαστών θα γίνεται κατά τρόπο ώστε η ανά δικαστή ετήσια χρέωση να μην είναι κατώτερη από τις 120 υποθέσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι αποφάσεις επί αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων, όχι, όμως, οι αποφάσεις αναστολών ή σε διαδικασία σε Συμβούλιο.

  IΙΙ) Απόφαση 6/2011 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής.

  Οι εισαγόμενες με την επιχειρούμενη τροποποίηση του ισχύοντος κανονισμού ρυθμίσεις για την προσαρμογή της λειτουργίας του Δικαστηρίου στην λειτουργία μονομελούς εφετείου και για την πρόβλεψη συστάσεως Ειδικού Γραφείου Προμηθειών δεν προκαλούν παρατηρήσεις και πρέπει να εγκριθούν. Στο εδάφιο που προστίθεται στο άρθρο 6 του κανονισμού, ο όρος «συστήνεται» πρέπει να αντικατασταθεί από τον όρο «συνιστάται». Αντιθέτως, η προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 2 περ. β του ισχύοντος κανονισμού για τον αριθμό των προσδιοριζόμενων υποθέσεων, δεν 

εγκρίνεται, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 4 και στο προηγούμενο στοιχείο II) της παρούσας σκέψεως, αλλ` αντιθέτως, ενδείκνυται η τροποποίηση του υφισταμένου κανονισμού με την εισαγωγή ρυθμίσεων που να διασφαλίζουν ότι εφεξής ο προσδιορισμός των υποθέσεων ανά δικάσιμο και η συνακόλουθη χρέωση των δικαστών θα γίνεται κατά τρόπο ώστε η ανά δικαστή ετήσια χρέωση να μην είναι κατώτερη από τις 120 υποθέσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι αποφάσεις επί αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων, όχι, όμως, οι αποφάσεις αναστολών ή σε διαδικασία σε Συμβούλιο.

  IV) Απόφαση 1/2012 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά.

  Με την απόφαση αυτή εισάγονται, κατά τροποποίηση του υφισταμένου κανονισμού, ρυθμίσεις σχετικές με τις αρμοδιότητες των τμημάτων του Δικαστηρίου, με τον χρόνο υπηρεσίας των δικαστών στα τμήματα και με τον χρόνο συγκλήσεως της Ολομέλειας των δικαστών του Δικαστηρίου για την ρύθμιση ζητημάτων σχετικών με τα τμήματα θερινών διακοπών. Οι ρυθμίσεις αυτές δεν προκαλούν παρατηρήσεις και πρέπει να εγκριθούν. Η ομοίως προτεινόμενη ρύθμιση για τον καθορισμό των ωρών συνεδριάσεων των τμημάτων του Δικαστηρίου πρέπει να αναδιατυπωθεί από την ολομέλεια των δικαστών του Δικαστηρίου, προκειμένου να καθίσταται σαφές ότι με αυτήν δεν θίγεται αλλ` ότι, αντιθέτως, θα τηρείται η ρύθμιση του άρθρου 3 παρ. 1 

του ισχύοντος κανονισμού, κατά την οποία κάθε τμήμα συνεδριάζει τακτικώς δύο (2) φορές τον μήνα, μία με τριμελή και μία με μονομελή σύνθεση.

  Στις αποφάσεις με στοιχεία II και III, κατά το μέρος που με αυτές δεν εγκρίνονται αποφάσεις της Ολομέλειας των δικαστών τριών Δικαστηρίων, μειοψήφησε ο Σύμβουλος Γ. Ποταμιάς, ο οποίος, επιφυλασσόμενος για την συνταγματικότητα ρυθμίσεων που προβλέπουν επεμβάσεις οργάνων του Συμβουλίου της Επικρατείας στην εσωτερική οργάνωση και λειτουργία τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, διετύπωσε την γνώμη ότι η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά την άσκηση της σχετικής αρμοδιότητας, ασκεί μόνον έλεγχο νομιμότητας, μη εγκρίνοντας δε, εν όλω ή εν μέρει, αποφάσεις της Ολομέλειας των δικαστών τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, υποχρεούται να αναπέμψει τις αποφάσεις αυτές στα εκδόντα όργανα, προκειμένου αυτά να επανεξετάσουν τα σχετικά ζητήματα.

                                                      Διά ταύτα

  1. Εγκρίνει την εισαγόμενη με την απόφαση 1/2012 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών τροποποίηση του κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας του δικαστηρίου

  2. Δεν εγκρίνει την εισαγόμενη με τις αποφάσεις 2/2012 και 3/2011 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων τροποποίηση του κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας του δικαστηρίου

  3. Εγκρίνει εν μέρει, κατά το σκεπτικό, τις εισαγόμενες με την απόφαση 6/2011 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής τροποποιήσεις του κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας του δικαστηρίου και

  4. Εγκρίνει εν μέρει τις εισαγόμενες με την απόφαση 1/2012 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά τροποποιήσεις του κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας του δικαστηρίου, ενώ, κατά τα λοιπά αναπέμπει την απόφαση στο αυτό όργανο προς εναρμόνιση και αναδιατύπωση, κατά το σκεπτικό.

  Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Ιουνίου 2012.

  Για την πιστοποίηση των ανωτέρω συντάσσεται το παρόν πρακτικό.

Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΕΝΟΥΔΑΚΟΣ

ΦΕΚ 658-2013 ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΤΔΔ